|
ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ
Δ' ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
ΑΘΗΝΑ
1966
ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΝ, ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΖΩΗΝ
ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
1. Τον παλαιόν καιρόν πλησίον του Ιλισού είχε κτισθή εν μικρόν χωρίον. Είς την αρχήν δεν είχε όνομα και ήτο άγνωστον. Οι κάτοικοί του όμως ήσαν γενναίοι και πολύ έξυπνοι και είχον ως άρχοντα των τον Eρεχθέα.
Ό Ζευς,, ως παντογνώστης θεός, εγνώριζεν, ότι το μικρόν αυτό χωρίον θα εγίνετο μίαν ημέραν ή ενδοξότερα πόλις του κόσμου, και το είπε εις τους άλλους θεούς.
Όταν ήκουσαν τούτο οι άλλοι θεοί, ήθελον καθείς από αυτούς να δώση εις το χωρίον του Ερεχθέως το ιδικόν του όνομα. Ό Ζευς όμως απεφάσισε μόνον δύο θεοί να αγωνισθούν μεταξύ των, διότι οι κάτοικοι του νέου χωρίου δύο τέχνας ήξευραν να κάμνουν: στερεά πλοία, δια να ταξιδεύουν, και ωραία αγγεία και αγάλματα δια τους ναούς.
Έτσι έμεινε να αγωνισθούν ο Ποσειδών, ο θεός της θαλάσσης, και η θεά Αθήνα, η οποία επροστάτευε τάς τέχνας.
2. Κατά την ημέραν, την οποίαν ώρισεν ο Ζευς, προσήλθον όλοι οι θεοί και εκάθισαν εις χρυσούς θρόνους πλησίον της όχθης του Ιλισσού. Υψηλότερα από όλους ήτο ο θρόνος του Διός. Πλησίον του είχε καθίσει ή Ήρα, η μεγάλη θεά. Μετά από αυτήν ήτο ο Απόλλων με χρυσήν λύραν είς την χείρα και πλησίον του ή αδελφή του Άρτεμις με τόξον και βέλη, έτοιμη δια το κυνήγιον.
Όπισθεν εκάθητο ή Αφροδίτη, ή θεά της ωραιότητας, ό Άρης, ό ατρόμητος θεός του πολέμου, και ή Δήμητρα, ή θεά της γεωργίας, ή οποία εδίδαξε τους ανθρώπους να σπείρουν και να θερίζουν τον σίτον. Εκεί ήσαν και ό Πλούτων, ό θεός του Αδου, και ό Ηφαιστος, ό θεός του πυρός. "Οπισθεν του Διός εκάθητο ό Έρμης φορών είς τους πόδας τα πτερωτά του πέδιλα.
3. Είς την συνέλευσιν εκείνην των θεών ή Αθηνά και ό Ποσειδών ίσταντο σιωπηλοί και επερίμενον την απόφασιν του Διός. Ή Αθηνά εκράτει είς την δεξιάν χείρα το ανίκητον δόρυ της. Είς την χείρα του Ποσειδώνος έλαμπε ή τρίαινα του, ή οποία κάμνει την θάλασσαν να τρέμη. Τότε είπεν ό Ζευς:
- "Οποιος από τους δύο θεούς θα κάμη να εξέλθη από την γήν το δώρον, το πλέον χρήσιμον είς τους κατοίκους της Αττικής, αυτός θα δώση το όνομά του είς το χωρίον του Ερεχθέως.
Αμέσως εσηκώθη ό Ποσειδών και με την τρίαινάν του εκτύπησε δυνατά το χώμα. Ευθύς ανεταράχθη ή γη και ανεπήδησεν εις ωραιότατος ίππος, λευκός ως ή χιών.
Οι θεοί παρετήρουν τον ίππον με θαυμασμόν. Ή χαίτη του ανέμιζεν είς τον αέρα, οί οφθαλμοί του έλαμπαν και οί λεπτοί του πόδες ητοιμάζοντο να πηδήσουν και να τρέξουν.
4. Ή Αθηνά δεν έταράχθη, έκυψεν ήσύχως είς την γήν, έσκαψεν ολίγον με την άριστεράν της χείρα και έρριψεν είς τον
μικρον λάκκον ένα μικρόν σπόρον, τον όποιον έκράτει είς την δεξιάν της χείρα. Δεν έλεγε τίποτε" μόνον με λεπτόν μειδίαμα είς τα χείλη παρετήρει τους άλλους θεούς.
Και ιδού, αμέσως φυτρώνει από την γήν εις μικρός βλαστός, ό όποιος μεγαλώνει εντός ολίγου και γίνεται δένδρον μέγα με κορμόν στερεόν. Και εντός ολίγου γεμίζει με κλάδους, κλώνους και φύλλα, τα όποια έλαμπον είς τάς ακτίνας του ηλίου. Το δένδρον διαρκώς έμεγάλωνε και οί κλάδοι του έκλινον φορτωμένοι άπο καρπούς πρασινωπούς, καρπούς γεμάτους χυμόν.
- Πάτερ Ζεύ, λέγει τότε ή Αθηνά,
αυτο είναι το δώρον μου. Ο ίππος του
Ποσειδώνος θα κάμη αυτόν τον λάον να
αγαπήση τον πόλεμον και τα αίματα. Το δώρον το
ιδικόν μου, ή ελαία, θα είναι σύμβολον της ειρήνης, της ησυχίας και της ευτυχίας.
5. Τότε
όλοι οί αθάνατοι θεοί ανέκραξαν με μίαν φωνήν:
- Το δώρον της Αθηνάς είναι το καλύτερον. Και το χωρίον τούτο, το όποιον θα γίνη κάποτε ή ενδοξότερα πόλις του κόσμου, θα λαβή το όνομα της Αθηνάς. "Ετσι έλαβον το
όνομά των αι Αθήναι. Ή θεά από τότε
επροστάτευε την αγαπημένην της πόλιν. Και οί Αθηναίοι έκτισαν δι' αυτήν είς την
Ακρόπολιν ένα λαμπρότατον ναόν, τον Παρθενώνα, και προς τιμήν της
εώρταζον κατ' έτος τα Παναθήναια.
Κατά Άριστοτέλην Κουρτίδην
.
|
|